Η Φωτογραφία του Ξεριζωμού” είναι το πρώτο μυθιστόρημα της εξαιρετικής Θεσσαλονικιάς επιστήμονος, της Άννας Τσιλιγκίρογλου – Φαχαντίδου, παιδιάτρου, ομ. καθηγήτριας του Α.Π.Θ., συγγραφέως και Προέδρου της Ένωσης Λογοτεχνών Βορείου Ελλάδος.
Το βιβλίο πραγματεύεται την ιστορία της οικογένειας της συγγραφέως, που ξεκινά το 1924, την ημερομηνία του ξεριζωμού της από την Καππαδοκική γη.
Η άθλια κι ανελέητη απόφαση της ανταλλαγής των πληθυσμών, το φοβερό Μουμπαντελέ, ορίζει πως οι Έλληνες πρέπει να εγκαταλείψουν τον τόπο τους, τα σπίτια τους, το βιος τους και να φύγουν για την μητέρα Ελλάδα.
Η οικογένεια Τσιλιγκίρογλου ζει στο Νεβσεχίρ της Καππαδοκίας, σ’ έναν τόπο, που μέσα από τις αριστοτεχνικές περιγραφές της συγγραφέως, μας φαντάζει μυθικός. Τόπος παράξενης ομορφιάς, λατρεμένη προγονική γη, που όμως πρέπει να την εγκαταλείψουν. Η Ελένη, είναι ουσιαστικά μόνη με τα τρία παιδιά της, μιας κι ο σύζυγός της ζει τον περισσότερο χρόνο στην Πόλη, όπου έχει την επιχείρησή του και τους επισκέπτεται μόνο στις μεγάλες γιορτές του χρόνου. Κατά πως φαίνεται, μόνη πρέπει ν’ αντιμετωπίσει και την πρόκληση του μεγάλου ταξιδιού στο άγνωστο.
“Στο Νεβσεχίρ ήρθε η άνοιξη του ’24 ύστερα από ένα βαρύ χειμώνα. Η Ελένη άνοιξε το παράθυρο και μύρισε τη νοτισμένη γη και τις βιολέτες. Πώς θα σ’ αφήσουμε αγιασμένη γη της Καππαδοκίας; σκέφτηκε και δάκρυσε”.
Όλος ο σπαραγμός του αποχωρισμού από την πατρώα γη από όπου δεν μπορούν να πάρουν μαζί τους τα ιερά και τα όσια, τους φίλους ή τους νεκρούς τους που κοιμούνται ειρηνικά σ’ αυτά τα χώματα, σταλάζει σαν άσπιλο δάκρυ από την πένα της Άννας Φαχαντίδου. Χωρίς εμπάθεια, χωρίς μνησικακία, μας διηγείται με συγλονιστικό συναισθηματισμό, τις τελευταίες στιγμές στην Καππαδοκική γη, όπου όλη η οικογένεια βγαίνει μια τελευταία φωτογραφία στο μπαλκόνι του αρχοντικού τους. Ανάμεσά τους, κρεμασμένη στα κάγκελα κι η φωτογραφία του πατέρα που λείπει. Η φωτογραφία στη σελ. 29, αποτελεί την πιο σπαρακτική μαρτυρία του απάνθρωπου χαρακτήρα αυτής της απόφασης της “ανταλλαγής”.
Είναι “η φωτογραφία του ξεριζωμού”, αυτή που θα πάρουν μαζί τους, ιερό κειμήλιο, μαζί με την εικόνα του αγίου προστάτη τους, και το κλειδί της εξώθυρας. Ένα μαύρο σιδερένιο κλειδί μ’ έναν σταυρό στο πάνω μέρος. Θα φυλαχτεί μ’ έναν ιερό πόθο… Κάποτε να επιστρέψουν, να το χρησιμοποιήσουν και πάλι…
Κι από δω, ξεκινά το περιπετειώδες οδοιπορικό. Μ’ έναν τρόπο λιτό κι απέριττο, οι λέξεις γίνονται τα “εργαλεία” στα χέρια της συγγραφέως, που τα χρησιμοποιεί για να μας συγκλονίσει.
Τρία παιδιά που παλεύουν με τον τρόμο του “άγνωστου” και την πληγή του ξεριζωμού. Τρία κλαράκια που ξεριζώθηκαν άγρια από το άγιο χώμα τους, με σκοπό να μεταφυτευτούν σε μια νέα γη… Θα “πιάσουν”; θα μεγαλώσουν; θα μπουμπουκιάσουν και θ’ ανθίσουν, ή θα μαραθούν κάτω από τις αντίξοες συνθήκες που επικρατούσαν εκείνες τις ταραγμένες εποχές…;
Διαβάζουμε απνευστί κι αγωνιούμε για την εξέλιξη της ιστορίας. Η συγγραφέας έχει κατορθώσει να αιχμαλωτίσει το ενδιαφέρον μας και δεν μας επιτρέπει να αφήσουμε ούτε στιγμή το βιβλίο της. Οι εικόνες, οι σκηνές, τα γεγονότα, εναλλάσσονται γρήγορα, με τέχνη, δοσμένα όλα με τον μοναδικό τρόπο και τα εξαιρετικά εκφραστικά της μέσα. Μας βυθίζουν σ’ ένα ανάγνωσμα που “τάραξε” τα νερά της ιστορικής μυθιστοριογραφίας κι επάξια καθιερώνει την κ. Φαχαντίδου στον χώρο της λογοτεχνίας.
Μέσα στον πρώτο μήνα από την παρουσίασή του, έχει εξαντληθεί η πρώτη έκδοση του βιβλίου, το οποίο κοσμεί την βιτρίνα μεγάλου κεντρικού βιβλιοπωλείου κι ετοιμάζεται ακάθεκτο για την δεύτερη έκδοση. Αυτό νομίζω, πως κάτι μας λέει…
Ελένη Βεζύρογλου
Συγγραφέας-Γεν.Γραμματέας της Ε.Λ.Β.Ε